Επειδή έχω μια μακρά πορεία στη δημόσια ζωή και στα πολιτικά και κομματικά δρώμενα, προσπαθώντας πάντα να εκφράζομαι με ευθύτητα και να πορεύομαι σύμφωνα με τις αρχές και τις αξίες μου και επειδή πιστεύω στη μαχητική αντιπροσωπευτική Δημοκρατία, που τολμά να βλέπει και να θεραπεύει τις αδυναμίες της και να μην αφήνει χώρο για τις επιθέσεις των αρνητών της, θέλω να μου επιτρέψετε να διατυπώσω, συνοπτικά, μερικές σκέψεις, στα πλαίσια πάντα του θέματος που έρευνα η επιτροπή σας.
Είναι αλήθεια, ότι τα κόμματα βρέθηκαν με δάνεια στο ξέσπασμα της κρίσης, επειδή χρηματοδοτούσαν – απερίσκεπτα – τις υπερβάσεις των οικονομικών τους δυνατοτήτων με δανεικά, αντί να περιορίσουν τις δαπάνες τους.
Αλλά μήπως αυτή η λογική ήταν μόνο τον κομμάτων; Όχι.
Είναι η ίδια αυτή λογική, που διαπότιζε και ολόκληρο το δημόσιο βίο της Χώρας – εν πολλοίς και τον ιδιωτικό. Να δανειζόμαστε, δηλαδή, για να χρηματοδοτούμε τις υπερβολές μας και όχι, αν απαιτείται, τις πραγματικές μας ανάγκες ή τα σχέδια μας για να οργανώσουμε καλύτερα το μέλλον μας.
Τη νοοτροπία αυτή την τροφοδοτούσαν και οι ίδιες οι Τράπεζες στα χρόνια της ευημερίας, με τα εύκολα, πολλά και γρήγορα δάνεια…..
Έτσι, όλα τα κόμματα, που βρέθηκαν με δάνεια όταν η κρίση έπληξε τη χώρα, περιήλθαν σε δυσκολία να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Όπως και 3 εκατομμύρια περίπου μεγάλες επιχειρήσεις, μικρές επιχειρήσεις, επαγγελματίες και νοικοκυριά.
Αυτή η αδυσώπητη αλήθεια αναπτύσσεται στο έδαφος μιας άλλης, θεμελιώδους αλήθειας: ότι, ως μικρή ή μεγάλη εξουσία, πολύ λίγες φορές σχεδιάζουμε μακροπρόθεσμα, οργανώνουμε το μέλλον μας και μεριμνούμε για το αύριο.
Συνήθως η έγνοια για το μέλλον έχει ορίζοντα το τέλος της θητείας μας, στη λογική: «Εμείς να την βγάλουμε καθαρή τώρα και το μέλλον ας το φορτωθούν οι άλλοι….»
Και επειδή σήμερα εδώ μιλάμε για τα κόμματα, μια άλλη μεγάλη αλήθεια είναι, ότι τα κόμματα, ως βασικοί πυλώνες της Δημοκρατίας, είναι το θερμοκήπιο όπου αναπτύσσονται πολλές από τις πιο ανθεκτικές παθογένειες του δημοσίου βίου της χώρας. Η θεσμική τους δε λειτουργία, στην πραγματικότητα και επί της ουσίας, είναι αδύναμη.
Η αλήθεια αυτή καθόλου δε μπορεί να αναιρέσει την ιστορική πραγματικότητα, ότι το ίδιο αυτό πολιτικό σύστημα, με τα ιστορικά του κόμματα και παρά τις αδυναμίες και τα λάθη του, μας διασφάλισε τη μακροβιότερη κοινοβουλευτική δημοκρατία, με τα καλύτερα χρόνια από άποψη ευημερίας, κοινωνικής μέριμνας και θεσμικών κατακτήσεων, από συστάσεως του νεοελληνικού κράτους.
Όμως, δε χωράει αμφιβολία, ότι οι ριζοσπαστικές αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα στους τωρινούς καιρούς και που όλα τα κόμματα τις προβάλουν, το καθένα βέβαια με τη δική του αντίληψη και λογική, δεν πρόκειται να αποτολμηθούν και αν αποτολμηθούν δε θα πετύχουν, αν δεν αποτολμηθούν πρώτα ριζοσπαστικές αλλαγές μέσα στα ίδια τα κόμματα.
Αν δε δούμε και δεν αντιμετωπίσουμε αυτή την πραγματικότητα, θα ανακυκλώνουμε τις αυταπάτες μας και θα αναπαράγουμε ένα κουρασμένο και φθαρμένο πολιτικό σύστημα, ευάλωτο στόχο στις επιθέσεις τον αρνητών του.
Μια καίρια πτυχή της πολιτικής λειτουργίας που πρέπει με τόλμη να αντιμετωπίσουμε, είναι και τα οικονομικά των κομμάτων. Η επιτροπή σας, είναι ευκαιρία να προτείνει στα κόμματα τη συγκρότηση μιας σοβαρής διακομματικής επιτροπής, που θα δει το θέμα αυτό για την από δω και πέρα πορεία.
Να μη μείνει μόνο και να μην αναλωθεί μέσα στο κέλυφος μιας ευκαιριακής και μικροκομματικής αντιπαλότητας. Να σπάσει τα στερεότυπα. Με ρεαλισμό και με συνείδηση ότι η θεσμική, διαφανής και αποτελεσματική λειτουργία των κομμάτων, βρίσκεται στον πυρήνα της αποτελεσματικής λειτουργίας της Αντιπροσωπευτική Δημοκρατίας.
Είναι επείγουσα ανάγκη, να δούμε τις αλήθειες αυτές κατάματα και να αναλάβουμε τις ευθύνες μας, χωρίς να υποκύπτουμε στους εύκολους αφορισμούς και στη δημαγωγία.
Γιατί, Δημοκρατία που δεν αντιστέκεται, που δεν αντιδρά όταν την ευτελίζουν, που χρησιμοποιεί τη γλώσσα και τις πρακτικές των αντιπάλων της, είναι μια δημοκρατία αδύναμη. Με κίνδυνο να βρεθεί ηττημένη.
Το ΠΑΣΟΚ απ´ την πλευρά του έχει κάνει ήδη πολύ σημαντικά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή τα τελευταία χρόνια. Έσπασε το ταμπού των οικονομικών των κομμάτων, συζήτησε διεξοδικά και ειλικρινά γι’ αυτά στα συλλογικά του όργανα, παρήγγειλε πόρισμα – μόνο αυτό απ’ όλα τα κόμματα – για τα οικονομικά του με τη μεγαλύτερη επιστημονική τεκμηρίωση, πήρε δύσκολες και επώδυνες αποφάσεις. Έκανε, έτσι, έμπρακτα και την αυτοκριτική του, εξορθολόγησε και νοικοκύρεψε όσο καλύτερα μπορούσε τα οικονομικά του, περιορίζοντας τις δαπάνες του κατά 96% σε σχέση με την κρίσιμη χρονιά του 2010.
Αναγνωρίζει τις όφειλες του και την ηθική του υποχρέωση απέναντι στις δανείστριες τράπεζες, καταβάλλει όσα περισσότερα μπορεί (ήδη κατέβαλε 15 εκ. από το 2011 μέχρι σήμερα ) και είναι σε διαρκή συνεννόηση μαζί τους για να βρεθεί η προσφορότερη λύση.
Όλα αυτά μέσα σε συνθήκες εξαιρετικά δυσμενείς.
Ειπώθηκε, ότι «η πιο ιερή στιγμή της θεωρίας είναι η πράξη» (Νίκος Καζαντζάκης). Με την εμπειρία μου των τελευταίων χρόνων, θα πρόσθετα: και η πιο οδυνηρή.
Αλλά είναι ο μόνος δρόμος που διαθέτουμε κι αξίζει να τον περπατήσουμε αποφασιστικά.