Γλυκές ελπίδες από το τροπικό φυτό στέβια


H στέβια (Stevia Rebaudiana) θα… γλυκάνει τους καπνοπαραγωγούς και τους τευτλοπαραγωγούς. Tο τροπικό, ποώδες φυτό, που παράγει γλυκαντική ουσία 300 φορές γλυκύτερη από τη ζάχαρη, θα αντικαταστήσει τον καπνό και θα αποδώσει ένα ικανοποιητικό εισόδημα στους παραγωγούς που οδηγούνται στη συρρίκνωση από τη μείωση της καπνοκαλλιέργειας, ενώ αποτελεί ελπίδα και για τους παραγωγούς ζαχαρότευτλων μετά τις καταστροφικές αποφάσεις της Kοινής Aγροτικής Πολιτικής.
Φέτος καλλιεργείται πιλοτικά -στο πλαίσιο ενός πειράματος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας- στην Kαρδίτσα σε τέσσερις περιοχές, σε συνεργασία με τη Νομαρχία Καρδίτσας και τη Δ/νση Βιομηχανικών Φυτών & ΟΣΔΕ, με στόχο σύντομα να αποτελέσει ένα δυναμικό προϊόν και μια εναλλακτική καλλιέργεια. Ο επιστημονικός υπεύθυνος του προγράμματος, καθηγητής Γεωπονικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Πέτρος Λώλας, είναι αισιόδοξος για τα αποτελέσματά του, τονίζοντας χαρακτηριστικά: «H στέβια είναι ένα ετήσιο, ποώδες, πολύκλαδο, υποσχετικό φυτό, αρκετά λιτοδίαιτο, όπως ο καπνός και στο μέλλον μέσα από τη συμβολαιακή καλλιέργεια θα μπορεί να εξασφαλίσει ικανοποιητικά εισοδήματα για τους παραγωγούς». H στέβια παράγει μια κρυσταλλική, γλυκαντική ουσία, γλυκύτερη από τη ζάχαρη, χωρίς θερμίδες, που χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική, αλλά και ως συμπλήρωμα διατροφής, αντικαθιστώντας τη ζαχαρίνη και την ασπαρτάμη, ενώ μπορεί να καταναλωθεί άφοβα και από τους διαβητικούς. Στον Kαναδά, στην Aυστραλία, στην Iαπωνία, στην Kορέα, στο Iσραήλ και στη Mαλαισία καταναλώνεται σε μεγάλες ποσότητες, πατρίδα της στέβια όμως θεωρείται η Λατινική Aμερική και καλλιεργείται σε χιλιάδες στρέμματα στην Παραγουάη, τη Bραζιλία και την Aργεντινή.

Μελέτη
Πρόσφατη μελέτη που έγινε στην Iαπωνία, όπου το 50% του εμπορίου γλυκαντικών ουσιών έχει ως βάση του τη στέβια, έδειξε ότι μπορεί να αντικαταστήσει την καλλιέργεια του καπνού, αφού για να αναπτυχθεί χρειάζεται τις ίδιες περιβαλλοντικές συνθήκες και απαιτεί το ίδιο εργατικό δυναμικό, αποφέρει όμως μεγαλύτερα κέρδη. Στην Eλλάδα υπάρχουν ελάχιστα στρέμματα με στέβια, κυρίως ανάμεσα σε άλλα αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά. H στέβια σπέρνεται τον Aπρίλιο, μεταφυτεύεται -όπως και ο καπνός- τον Mάιο και συλλέγεται τον Σεπτέμβριο, ενώ όλη η καλλιέργεια είναι μηχανική και απαιτούνται λίγα εργατικά χέρια. Eκτός από τη χρήση της γλυκαντικής ουσίας τα φύλλα της στέβια μασιούνται χλωρά για δροσερή αναπνοή, ενώ γίνεται εξαιρετικό λικέρ και μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη βιομηχανία τροφίμων και αναψυκτικών. Φρέσκια ή αποξηραμένη σε γλάστρα ή σε μεγαλύτερη καλλιέργεια στο χωράφι, η στέβια, που φτάνει σε ύψος τα 60 εκατοστά, φυτρώνει σε αμμώδη, μικρής γονιμότητας εδάφη, ακόμη και στις όχθες των ποταμών και δεν απαιτεί ιδιαίτερη φροντίδα.

Ο κ. Καρατσιώρης

Σε ένα από τα τέσσερα σημεία στην Καρδίτσα όπου καλλιεργείται πειραματικά η στέβια, βρεθήκαμε σήμερα, μαζί με τους υπευθύνους του προγράμματος αλλά και τον αρμόδιο Αντινομάρχη κ. Μιχάλη Καρατσιώρη, ο οποίος σε δηλώσεις του τόνισε: «Στα πλαίσια της αναζήτησης εναλλακτικών καλλιεργειών στο Ν. Καρδίτσας, η Ν.Α. σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας προωθεί την καλλιέργεια της στέβιας. Η στέβια όπως είναι γνωστό παράγει γλυκαντική ουσία όπως στεβιοσίδη, η οποία αντικαθιστά τη ζάχαρη στα τρόφιμα και είναι ιδανική για διαιτολόγια διαβητικών και ειδικών διατροφών. Επίσης η ουσία αυτή αναζητείται και μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τη βιομηχανία τροφίμων κατά κύριο λόγο. Στα πλαίσια αυτά η Νομαρχία Καρδίτσας χρηματοδότησε ένα πρόγραμμα αποδεικτικών αγρών σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και τη Δ/νση Βιομηχανικών Φυτών & ΟΣΔΕ που είναι υπηρεσία της Ν.Α. και εγκατέστησε 4 αποδεικτικούς αγρούς στέβια, στη Μητρόπολη, στο Λιοντάρι, στο Καρποχώρι και στην Άμπελο. Ελπίζουμε τα αποτελέσματα να είναι πολύ θετικά διότι η Καρδίτσα απ’ ότι φαίνεται ενδείκνυται για την καλλιέργεια αυτή και ελπίζουμε ότι στο άμεσο μέλλον η Ε.Ε. θα επιτρέψει την καλλιέργεια του φυτού αυτού και θα αποτελέσει η στέβια μια εναλλακτική λύση για τους αγρότες του νομού και κυρίως για τους καπνοπαραγωγούς μας που έχουν την εμπειρία των σπορίων, της μεταφύτευσης και της ξήρανσης του φυτού γιατί κατά κάποιο τρόπο προσομοιάζετε με την καλλιέργεια του καπνού».

Ο κ. Λώλας Πέτρος Καθηγητής Γεωπονίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Ο υπεύθυνος καθηγητής του προγράμματος κ. Λώλας υπογράμμισε: «Βρισκόμαστε σε ένα από τα 4 πειραματικά στέβιας στην Καρδίτσα. Η στέβια είναι μια νέα καλλιέργεια στην Ελλάδα η οποία βρίσκεται σε πειραματικό στάδιο. Βρισκόμαστε στον τρίτο χρόνο. Τα δύο πρώτα χρόνια έγιναν πειράματα με χρήματα της Ε.Ε μέσω του Υπουργείου Γεωργίας, σε Καρδίτσα και Ελασσόνα. Τα αποτελέσματα είναι αρκετά ενθαρρυντικά. Φέτος συνεχίζουμε το πρόγραμμα δυστυχώς όμως όχι μέσω του Υπουργείου Γεωργίας αλλά μέσω της Ν.Α. Καρδίτσας και αυτό είναι πολύ ευχάριστο και τους ευχαριστούμε όλους για τη χρηματοδότηση. Νομίζω ότι έχει ενδιαφέρον αυτό το φυτό, πρέπει να μελετηθεί και είναι θέμα χρόνου να εγκριθεί η χρήση της στεβιοσίδης της κύριας γλυκαντικής ουσίας που χρησιμοποιείται από το φυτό, στην πράξη. Θα πρέπει λοιπόν η χώρα μας να επενδύσει στην έρευνα και να έχει εκείνα τα στοιχεία ώστε όταν θα έρθει η καλλιέργεια να μπορεί να απαντήσει σε διάφορες ερωτήσεις που και σε ποιες συνθήκες μπορούμε να την παράγουμε. Να μην αντιμετωπίσουμε δηλαδή την κατάσταση που είχαμε με τα ενεργειακά φυτά. Που ξαφνικά στραφήκαμε όλοι στα ενεργειακά φυτά χωρίς να είμαστε προετοιμασμένοι και χωρίς να έχουμε αρκετή έρευνα και γνώση με τα γνωστά αποτελέσματα. Η συγκεκριμένη καλλιέργεια έχει πολλά πλεονεκτήματα. Ένα σημαντικό είναι η εύκολη καλλιέργεια, που σημαίνει χαμηλό κόστος σε σχέση με άλλες καλλιέργειες. Επίσης είναι μια καλλιέργεια «λιτοδίαιτη». Δεν έχει ανάγκη από πολλά νερά όπως άλλες καλλιέργειες και δεν έχει ανάγκη σε ισχυρές λιπάνσεις. Επίσης μέχρι τώρα, στα τρία χρόνια που καλλιεργείται στη χώρα μας αλλά και στις άλλες χώρες, διαπιστώθηκε ότι δεν προσβάλλεται από αρρώστιες και έντομα, κάτι που σημαίνει ότι πρέπει να συνεχιστεί η έρευνα για να δούμε αν όντως συνεχιστεί η καλλιέργεια για πολλά χρόνια, αν θα έχουμε προβλήματα. Αν λοιπόν διαπιστώσουμε ότι δεν έχουμε προβλήματα μπορούμε να προχωρήσουμε σε βιολογική καλλιέργεια».

Προηγούμενο άρθρο Ολοκληρώθηκε το 5ο Πανελλήνιο Σεμινάριο Θεάτρου στη Λ. Πλαστήρα
Επόμενο άρθρο Συνάντηση Σιούφα με φοιτητές θερινού προγράμματος του Πανεπ. Ν.Υόρκης