Ειδήσεις

Ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Θεσσαλίας για τον Αναπτυξιακό νόμο


Ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Θεσσαλίας & Κεντρικής Ελλάδος απηύθυνε επιστολή προς τον κ. Στέργιο Πιτσιόρλα, Αναπληρωτή Υπουργό Βιομηχανίας του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, με την οποία χαιρετίζει τις πρωτοβουλίες του Υπουργείου, οι οποίες ανακοινώθηκαν πρόσφατα, για την προώθηση νέων βελτιωτικών τροποποιήσεων του αναπτυξιακού νόμου 4399/2016, οι οποίες ως στόχο έχουν να καταστήσουν το επενδυτικό περιβάλλουν στη χώρα μας, πιο φιλικό για τους υποψήφιους επενδυτές και συνάμα πιο αποτελεσματικό και αποδοτικό για την ελληνική οικονομία και ταυτόχρονα ζητά τη βελτίωση του πλαισίου που αφορά στην αξιολόγηση της πληρότητας των Αιτήσεων Υπαγωγής

Η επιστολή εστάλη επίσης και στον Γενικό Γραμματέα Στρατηγικών & Ιδιωτικών Επενδύσεων του Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης κ. Λόη Λαμπριανίδη.

Ειδικότερα στην επιστολή του ο Σύνδεσμος αναφέρει τα εξής:

Ο Αναπτυξιακός Νόμος, είναι ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία που έχουν στην διάθεση τους οι επιχειρήσεις για να υποστηρίξουν την υλοποίηση των επενδυτικών τους σχεδίων και ως τέτοιο συνιστά σοβαρό μοχλό προώθησης αναπτυξιακής πολιτικής για την Πολιτεία.

Στο πλαίσιο, αυτό, επιβάλλεται να ενισχυθούν οι προσπάθειες άρσης των δυσλειτουργιών και των καθυστερήσεων, οι οποίες παρατηρήθηκαν στον Α΄ Κύκλο υποβολής προτάσεων υπαγωγής, έτσι ώστε η δέσμη κινήτρων που προσφέρει ο Αναπτυξιακός Νόμος να καταστεί ακόμη περισσότερο ελκυστική για την προσέλκυση νέων επενδυτικών προωτοβουλιών.

Ο Σύνδεσμος θεωρεί βέβαιο, ότι η εμπειρία που συγκεντρώθηκε όλο αυτό το διάστημα, σε συνδυασμό με την ταχεία ολοκλήρωση των απαραίτητητων πρωτοβουλιών σε νομοθετικό, αλλά και σε τεχνικό επίπεδο λειτουργίας του Πληροφοριακού Συστήματος, θα επιτρέψουν την διασφάλιση της μη επανάληψης του φαινομένου στη διαδικασία αξιολόγησης των νέων αιτήσεων υπαγωγής, που έχουν υποβληθεί στο πλαίσιο του Β’ Κύκλου.

Επιπλέον, προς την κατεύθυνση, αυτή, της βελτίωσης του Αναπτυξιακού Νόμου, ο Σύνδεσμος αναδεικνύει ένα αρκετά σημαντικό πρόβλημα που έχει διαπιστωθεί από τη μέχρι σήμερα λειτουργία του, το οποίο εντοπίζεται στην αυστηρότητα του πλαισίου ελέγχου πληρότητας των υποβαλλόμενων αιτήσεων, που, οδηγεί σε πολλές περιπτώσεις, στην απόρριψη καθ’ όλα αξιόλογων και σημαντικών επενδυτικών σχεδίων.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το ισχύον πλαίσιο, κατά τον έλεγχο πληρότητας, δεν παρέχεται η δυνατότητα προσκόμισης συμπληρωματικών στοιχείων. Αυτό, δε, ισχύει ακόμη και στη περίπτωση που ο φορέας της επένδυσης υποβάλλει διευκρινιστικά στοιχεία οικειοθελώς, ακόμη και εντός της καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής των αιτήσεων υπαγωγής.

Αυτό, στη πράξη, σημαίνει ότι αν δεν υποβληθεί, ακόμη και ένα δικαιολογητικό ή αυτό που έχει υποβληθεί, αξιολογηθεί από τον ελεγκτή ότι δεν επαρκεί και δεν γίνει αποδεκτό, δεν δίνεται καμία δυνατότητα συμπληρωματικής κάλυψης και υποχρεώνει τόσο τον ελεγκτή, όσο και τον φορέα υποδοχής να απορρίψουν την αίτηση για λόγους μη πληρότητας και, μάλιστα, χωρίς δικαίωμα ένστασης κατά της απορριπτικής πράξης.

Σε μια περίοδο, κατά την οποία επιβάλλεται η εξαντλητική αξιοποίηση των κινήτρων που παρέχονται από την Πολιτεία, εκ μέρους των επιχειρήσεων, η διατήρηση αυτής της δύσκαμπτης διαδικασίας, αποτελεί εμπόδιο για τις επενδυτικές πρωτοβουλίες τους, καθώς επενδύσεις μεγάλου ύψους και ανάλογης σπουδαιότητας, τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για την οικονομία, είτε αναβάλλονται, είτε μετατοπίζονται χρονικά, είτε υλοποιούνται με μεγαλύτερη δυσκολία και σε μικρότερο ύψος από τον αρχικό προγραμματισμό τους.

Ο Σύνδεσμος εξέφρασε την πεποίθηση, πως αποτελεί κοινό τόπο το γεγονός ότι στη προκειμένη περίπτωση, η απόρριψη αξιόλογων επενδυτικών προτάσεων με μόνο αιτιολογικό την απουσία ή την έλλειψη ενός ή περισσότερων δικαιολογητικών, τα οποία εύκολα μπορούν να προσκομισθούν εφόσον ζητηθούν, δεν απηχεί την πάγια θέση και επιθυμία της Πολιτείας για την ενίσχυση και την υποστήριξη επενδυτικών πρωτοβουλιών.

Για τον λόγο αυτό, ο Σύνδεσμος ζητά να ενταχθεί στις βελτιωτικές τροποποιήσεις του αναπτυξιακού νόμου και η βελτίωση του πλαισίου που αφορά στην αξιολόγηση της πληρότητας των Αιτήσεων Υπαγωγής, ώστε να καταστεί πιο ευέλικτο και αποτελεσματικό, προκειμένου αξιόλογες επενδυτικές προτάσεις να μην απορρίπτονται εξαιτίας επουσιωδών ελλείψεων και αιτίων.

 

Προηγούμενο άρθρο Παράδοση-Παραλαβή Πρυτανικών Αρχών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Επόμενο άρθρο Οι τρίτεκνοι γιορτάζουν την Αγία Σοφία