Ειδήσεις

Η άδεια – Γράφει ο Δημήτρης Ρήτας


Έχω ένα φίλο που τον λένε Αργύρη. Ο Αργύρης γεννήθηκε σε ένα ορεινό χωριό. Εκεί πήγε στο Δημοτικό Σχολείο. Τον ελεύθερο χρόνο του, φύλαγε γίδια και κατσίκια, βοηθώντας τους γονείς του. Αγαπούσε πολύ τα ζώα και τη ζωή πάνω στο βουνό. Ήταν όμως ανήσυχο πνεύμα. Δεν τον χωρούσε ο τόπος του. Κάποια μέρα, παρά τις αντιρρήσεις των γονιών του, έφυγε από το χωριό και κατέβηκε στην πόλη. Έκανε πολλές δουλειές για να επιβιώσει. Όμως ούτε η πόλη τον χωρούσε. Έμαθε για την Αμερική και σε λίγο βρέθηκε εκεί. Στην Αμερική εργατικός και καλός, όπως ήταν, τα κατάφερε. Έγινε μεγάλος και τρανός. Η νοσταλγία του όμως για την πατρίδα και το χωριό του ήταν μεγάλη. Έτσι, μετά από χρόνια, οικονομικά ανεξάρτητος, αποφάσισε και επέστρεψε στα πάτρια εδάφη. Ήλθε και άνοιξε τα καλύτερα κέντρα διασκέδασης στην Αθήνα. Εκεί γνώρισα τον Αργύρη. Κοινός μας φίλος ο Χρήστος Νικολόπουλος. Βγαίναμε πολύ συχνά. Μου έλεγε ιστορίες που έζησε στην Αμερική κι εγώ τον άκουγα με ενδιαφέρον και πολλές φορές με θαυμασμό. Μια μέρα βρήκα τον Αργύρη στενοχωρημένο και οργισμένο. Τον ρώτησα και μου είπε το πρόβλημά του.

Ο Αργύρης ήθελε να κτίσει μια καλύβα στο βουνό σαν την καλύβα που έμεινε μικρός όταν φύλαγε τα γίδια και τα κατσίκια. Ήθελε στον ελεύθερο χρόνο του να ανεβαίνει στο βουνό και να ζει, όπως ζούσε μικρός. Κύκλους που κάνει η ζωή.

Δεν πρόλαβε καλά, καλά να ξεκινήσει τις εργασίες κατασκευής και μια μέρα τον κάλεσαν στην πόλη και του ζήτησαν να τους πάει τα απαραίτητα χαρτιά από πολεοδομία κλπ για να βγάλει άδεια.

-Γράψε το, φίλε μου Δημήτρη, και με τον Νικολόπουλο κάντε το τραγούδι, μου λέει ο Αργύρης.

Το έγραψα, το μελοποίησε ο Νικολόπουλος, το τραγουδά ο Αντώνης Κυρίτσης, υπάρχει στο σιντί μας «Τα ανθοτράγουδα», βγήκε πρώτο σε διαγωνισμό τραγουδιού που έκανε η εφημερίδα «Βραδυνή» και ακούγεται πολύ συχνά από τα ραδιόφωνα.

Η ΑΔΕΙΑ

Απ’ την Αθήνα έφυγα και τ’ άφησα όλα πίσω

κι ανέβηκα στα Άγραφα καλύβα για να στήσω,

μα στην Καρδίτσα μ’ έστειλαν, άδεια να ζητήσω,

αν θέλω πάνω στα βουνά ψηλά να κατοικήσω.

Επωδός (ρεφρέν)

Εδώ επάνω στα βουνά, δεν έμεινε κανένας,

εγώ ’μαι με τον αετό, με τον κακό μου τον καιρό

έμεινα μόνο ένας,

για δείτε μες στις πόλεις σας, αν λειτουργούν οι νόμοι

και αν τα βρείτε καθαρά, τα χαιρετάω τα βουνά

και σας ζητώ συγγνώμη.

 

Την άδεια δεν μου ’δωσαν να στήσω το τσαρδάκι,

μα ήρθαν και μ’ απείλησαν δυο τρεις δασοφυλάκοι,

θα με τυλίξουν είπανε σ’ ένα μικρό χαρτάκι,

αν χτίσω δίχως άδεια μαντρί ή καλυβάκι.

 

 

 Γράφει ο Δημήτρης Ρήτας, Φιλόλογος-συγγραφέας-στιχουργός, Δ/ντής Περιφερειακού Θεάτρου Καρδίτσας

Προηγούμενο άρθρο Το Μουσικό Σχολείο απέδωσε φόρο τιμής στα θύματα του Ολοκαυτώματος
Επόμενο άρθρο Τα πρώτα δέκα χρόνια αγάπης για τη Θεσσαλία κυκλοφορούν