Ειδήσεις

Έφυγε η φωνή του ΗΧΟΡΑΜΑ 100.80 FM


Έφυγε από κοντά μας ο Βασίλης Μπατράς. Για το ραδιόφωνο ο Βασίλης 2.31. Πιστός στο ΗΧΟΡΑΜΑ από το 1988 μέχρι το 2013 που έγινε ερωτικός μετανάστης στα  Τρίκαλα. Παντρεύτηκε εκεί και έλπιζε να μείνει κενή μια θέση χημικού στην Καρδίτσα (καθηγητής χημείας)  προκειμένου να επιστρέψει εδώ. Ο Βασίλης ήταν δίπλα μας στις δύσκολες στιγμές που κάποιοι άλλοι την έκαναν με ελαφρά πηδηματάκια. Πάντα δημιουργικός και το ραδιόφωνο για αυτόν ήταν πάθος και όχι μια ακόμη δουλειά. Ήταν η φωνή που χαρακτήρισε το ΗΧΟΡΑΜΑ. Πολλοί και πολλές έχουν ξενυχτίσει μαζί του. Για τον Βασίλη ή Πάτς που τον αποκαλούσαμε χαϊδευτικά εμείς, ποιος θα μπορούσε να μιλήσει καλύτερα εκτός από τον Δημήτρη Παπαδημητρίου. Ο Δημήτρης έκανε με τον Βασίλη βραδινές εκπομπές στο ΗΧΟΡΑΜΑ 100.80. Το βράδυ οι αναστολές φεύγουν και ανοίγεσαι πιο πολύ. Έτσι ο Δημήτρης τον γνώρισε από «μέσα».

Παραθέτω το κείμενο του Δημήτρη για τον Βασίλη.

Άνθρωπος ευγενής, καλλιεργημένος, μετρημένος, ραφιναρισμένος και επιτυχημένος, για την κοινωνία της Καρδίτσας, ο Βασίλης ήταν ο σοβαρός, εξαιρετικός καθηγητής Χημείας, ιδιαίτερα αποτελεσματικός κι αυτό ξεκινούσε από την καλή επικοινωνία που είχε πάντα με τα παιδιά του, που τόσο τον αγαπούσαν, γιατί ουσιαστικά, ποτέ δεν έπαψε να είναι παιδί. Ένα παιδί, που με αφορμή την αγάπη του για τη μουσική και χάρη στην εκπληκτική φωνή του, που χόρευε με απίθανο τρόπο, και το ξεχωριστό του ταλέντο στην επικοινωνία, έγινε ο 2.31, ο κορυφαίος ραδιοφωνικός παραγωγός της Κεντρικής Ελλάδας και πιθανώς, και της χώρας, για όσους άκουγαν ραδιόφωνο ~1990-2013.

Κάπου το 1995, ήμουν απλώς, ένας καινούριος παραγωγός του ΡΑΔΙΟ ΗΧΟΡΑΜΑ 100.8, ερασιτέχνης έως άσχετος, ενώ ο Μπιλ ήταν από χρόνια ο μεγάλος σταρ της ευρύτερης περιοχής, καταρχάς, χάρη στις εκπομπές που έκανε στον ΑΝΤ1 όταν σπούδαζε στη Θεσσαλονίκη και βέβαια, χάρη στη δημοφιλέστατη, άκρως ποιοτική και επαγγελματική ακόμα και για Αθήνα μεσημεριανή, καθημερινή εκπομπή του “Ναυαγός στον αέρα”, αλλά και τη σαββατιάτικη, που προέβλεπε, πέφτοντας πάντα μέσα, και παρουσίαζε τις δέκα δημοφιλέστερες ξένες επιτυχίες της Αμερικής την ερχόμενη εβδομάδα! Παραδόξως λοιπόν, χωρίς καν να γνωριζόμαστε, πέρα από ένα “γεια”, με πλησίασε μια μέρα και μου πρότεινε να υλοποιήσουμε μαζί μία ιδέα του, τη βραδινή εκπομπή “LADIES NIGHT”. Δε μου είπε ποτέ γιατί με επέλεξε, αυτό που ξέρω πάντως, είναι ότι τότε άνοιξε η πόρτα ενός από τα πιο όμορφα κεφάλαια της ζωής μου, και μάλιστα, το έζησα παρέα με πάρα πολύ κόσμο, καθώς η ιδέα του Μπίλυ έμελε να γίνει η δημοφιλέστερη εκπομπή της κεντρικής Ελλάδας, έκανε αξεπέραστα ρεκόρ ακροαματικότητας και επικοινωνίας (300+ sms/ εκπομπή, με επιπλέον χρέωση) κι εγώ μέσα από αυτή, τα βρήκα λίγο καλύτερα με τον εαυτό μου και τους/τις γύρω μου σε μία δύσκολη περίοδο της ζωής μου, μέχρι μάλιστα, που αρραβωνιάστηκα live από τον αιδεσιμότατο Βασίλειο κατά τη διάρκεια της εκπομπής, κόψαμε τούρτα και αποσύρθηκα από την κυκλοφορία ευτυχισμένος, αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Με πόσα παιδιά της κεντρικής Ελλάδας συζητούσαμε και ονειρευόμασταν μαζί ατελείωτα βράδια Τρίτης (με ελληνική μουσική) και Πέμπτης (με ξένη), τακτικά περίπου μέχρι το 2000 και περιοδικά, μέχρι το 2008, που συμμετείχα για τελευταία φορά, πόσα γέλια μέχρι δακρύων (και ενίοτε, μέχρι σχεδόν λιποθυμίας, όπως κάποια φορά που ο Μπιλ το είχε τερματίσει τόσο, που ξεκαρδισμένος τούμπαρε την πολυθρόνα του παραγωγού και έπεσε ουρλιάζοντας κάτω μαζί της, πριν προλάβει μάλιστα, να κλείσει τα μικρόφωνα, αλλά και πάλι δεν μπορούσε να σταματήσει, ενώ μάλιστα, είχαμε τηλεφώνημα ακροατή, που μας έλεγε το πρόβλημά του στον αέρα)!

Πόσους μεταμεσονύκτιους γύρους έχουμε φάει μετά την εκπομπή, πόσες βόλτες κάναμε και πόσα βράδια περάσαμε συζητώντας οτιδήποτε μας απασχολούσε μέχρι το πρωί, καθισμένοι κάπου στην κεντρική πλατεία…

Αλλά και μετά το 2013, που ολοκλήρωσε και ο Μπιλ τη διαδρομή του στο ραδιόφωνο και μετακομίσαμε και οι δύο σε άλλες πόλεις και μέναμε πια 300km μακριά, μας έδεναν πια τόσα, που παραμείναμε αχώριστοι. Συναντιόμασταν πάντα όταν βρισκόμασταν κοντά, κάθε χρόνο γιορτάζαμε μαζί στο σπίτι τους στα Τρίκαλα τη γιορτή του και της αξιαγάπητης συζύγου του Ελβίνας, με την οποία επίσης γίναμε καλοί, οικογενειακοί πλέον, φίλοι και γενικά, η επικοινωνία μας παρέμεινε καθημερινή, αφού κυρίως ο Μπίλης, πάντα με είχε στο νου του και σχεδόν κάθε μέρα, μέχρι και την τελευταία του μέρα, όλο και κάποιο χιουμοριστικό/ πορνηρό -όπως έλεγε- μηνυματάκι θα μου έστελνε. Μια σχέση, που ξεκίνησε ως επιφανειακή συνεργασία, έγινε σχέση ζωής και ολοκληρώνεται, λίγο πριν τα γενέθλιά του, με κλάματα και τόση στεναχώρια…

Καλόψυχος, γλυκός, τρυφερός, πάντα θετικός, ευφυής, πρακτικός, ικανότατος και αποτελεσματικότατος σε ό,τι επιχειρούσε, αλλά και ανυποχώρητος έως ξεροκέφαλος δυστυχώς, ακόμα και σε σημαντικά θέματα, που σχετίζονταν με την υγεία του. Παρότι φαινόταν τύπος που ήταν στα σοβαρά σοβαρός και στα υπόλοιπα έξω καρδιά, ο Βασιλάκης μας, το γελαστό παιδί, πίσω από αυτό έκρυβε την ευαισθησία του, την οποία δυσκολευόταν να διαχειριστεί και μάλλον, για αυτό, κατά βάθος ήταν μοναχικός και σχεδόν πάντα, βίωνε τις στεναχώριες του απολύτως μόνος, μακριά από όλους μας, επιδιώκοντας μόνο πού και πού να εκτονώνεται πρόχειρα, χωρίς ποτέ να φροντίζει τον εαυτό του όπως έπρεπε και τελικά, έφυγε τόσο νωρίς και χωρίς να ζήσει όσο καλά θα του άξιζε.

 

Εξαίρεση αποτελεί η Ελβίνα του, που σε μία μεταβατική, δύσκολη κατάσταση της ζωής του, τον είχε ψηλά και με απόλυτη προτεραιότητα, τον αγκάλιασε με αγάπη και αφοσίωση, τον περιέθαλψε, τον στήριξε, τον έβγαλε όσο μπόρεσε από το καβούκι του, τον πήγε διακοπές και του πρόσφερε την ευκαιρία, μετά τα τρελά χρόνια του ραδιοφώνου, να βάλει τη ζωή του σε μια σειρά και να ζήσει με συναισθηματική ασφάλεια, ήρεμα και ανθρώπινα.

Παρότι ήταν αλλεργικός στα μπουζούκια, του άρεσε ιδιαίτερα το τραγούδι του Στέλιου Καζαντζίδη, που λέει “τώρα που φεύγω από τη ζωή, όλους τους συγχωράω” και μάλλον, θα ήθελε να το ξέρουν όλοι, πια.

Ο κολλητός μου ο Μπίλης είναι αναντικατάστατος για μένα, αφού πέραν των άλλων, παίρνει μαζί του ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ζωής μου και κυρίως, τον ενθουσιασμό της νιότης μου, του οποίου συχνά ήταν μάρτυρας και πολλές φορές, ο δημιουργός του.

Μπιλάκο μου καλέ, εύχομαι να απελευθερώθηκες από ό,τι σε στεναχωρούσε, να πηγαίνεις κάπου καλύτερα και μετά από πολλά, πολλά χρόνια να ξαναβρεθούμε, να συνεχίσουμε τις πλάκες μας, τα γέλια μας, τις συζητήσεις μας και τις ωραίες μας μουσικές. Σε αγαπάω και θα μου λείψεις, αλλά ένα μέρος από το πνεύμα σου θα είναι εδώ, μέσα μου, κλεισμένο στην ψυχή μου.

Αντίο, φίλε μου καλέ. Σε αγαπάω

 

Προηγούμενο άρθρο Σε ετοιμότητα οι αρχές για την επερχόμενη κακοκαιρία
Επόμενο άρθρο Τελετή ορκωμοσίας των 243 Δοκίμων Αστυφυλάκων της σχολής Αστυφυλάκων Μουζακίου