Γ. Βαϊόπουλος: «Την αξιοπρέπειά τους μόνο….»


Η εικόνα ήταν πολύ χαρακτηριστική… Ο νεαρός αγρότης, από τη Βοιωτία, εξηγούσε ότι, για να ποτίσει το χωράφι του, έπρεπε να δουλέψουν τρείς πετρελαιοκίνητες μηχανές, αφού το νερό απείχε από το κτήμα  του πάνω από χίλια μέτρα… (φαινόμενο συχνό στον αγροτικό κόσμο, ειδικά στην περιοχή της Κωπαΐδας).

Ο είρων και φανερά απαίδευτος δημοσιογράφος(;) του… «μεγάλου» καναλιού, όχι μόνο δεν καταλάβαινε , αλλά, στα όρια του θυμού, ρωτούσε: «καλά, εντάξει, αλλά, τέλος πάντων,  τι θέλετε; Τι ζητούν οι αγρότες;»…

Δύο εντελώς διαφορετικοί κόσμοι. Από τη μια μεριά ένας νέος άνθρωπος, γεμάτος αποφασιστικότητα και όρεξη για ζωή (τη δύσκολη αγροτική ζωή), αλλά και αγωνία για το αύριο. Από την άλλη ένας… γυαλιστερός, δήθεν αντικειμενικός τηλεσχολιαστής, που ουσιαστικά επεδίωκε να διαμορφώσει την κοινή γνώμη σύμφωνα με τις επιταγές των πολιτικών ταγών του. Το παράδοξο είναι ότι αυτή τη φορά έλεγε την αλήθεια. Πράγματι, δεν καταλάβαινε, όπως δεν καταλαβαίνουν και όλοι οι πολιτικοί που γεμίζουν τα κανάλια αυτές τις μέρες και επιχειρούν να προσεγγίσουν τις αγροτικές κινητοποιήσεις με βαρύγδουπες και στερεότυπες φράσεις. Φράσεις όπως:

… «ο πρωτογενής τομέας….»,  «..ατμομηχανή ανάπτυξης..», «δεν παράγουμε, γι’ αυτό εισάγουμε…», «..από το χωράφι στο ράφι..», «..επιδοτήσεις που έγιναν σαμπάνιες και τζιπ..»,…

Πώς να καταλάβουν όλοι αυτοί τον καθημερινό αγώνα και την αγωνία για ζωή που έχει ο αγρότης; Ποιος απ’ αυτούς ξέρει τις μυρωδιές της φρεσκοοργωμένης και φρεσκοποτισμένης γης; Ποιος ξεγέννησε ποτέ του ένα ζώο; Πώς να καταλάβουν τον πόνο του γεωργού που από ένα χαλάζι βλέπει τη σοδιά του να καταστρέφεται σε ένα λεπτό;

Αυτοί δεν έβαλαν ποτέ βερεσέ καύσιμα. Δεν πούλησαν όσο όσο τη σοδειά τους, επειδή τους κυνηγούν τα χρέη. Το μόνο που πούλησαν είναι η … αξιοπρέπειά τους, που τη θυσίασαν στο βωμό της ατομικής τους ευημερίας, του κέρδους και των συμφερόντων.

Πώς λοιπόν να καταλάβουν ότι το μόνο που θέλει ο αγρότης είναι η αξιοπρέπειά του και η ανταμοιβή του μόχθου του;

«τι να τα κάνεις τα’ άστρα τα’ ουρανού, όταν δεν έχεις ψωμί στο τραπέζι;» αναρωτιέται ο Γ. Ρίτσος, ο ποιητής της ρωμιοσύνης…

Όλοι αυτοί είναι ικανοί να αναφωνήσουν, σαν άλλες Μαρίες Αντουανέτες: «αφού δεν έχουν ψωμί, ας φάνε παντεσπάνι».

Γράφει ο Γιάννης Ε. Βαϊόπουλος,

Μαθηματικός.

 

Προηγούμενο άρθρο Ιων. Παπαδόπουλος«Η Δασοπονία θα πρέπει να διατηρηθεί ως αυτοδύναμο Τμήμα στην Καρδίτσα»
Επόμενο άρθρο Την πίτα του έκοψε το ΚΑΠΗ Ματαράγκας