Παρουσίαση βιβλίου του Διοικητή Σχολής Αστυφυλάκων


Παρουσιάστηκε στην κατάμεστη αίθουσα του ξενοδοχείου Κιέριον, το βιβλίο του Διοικητή της Σχολή Αστυφυλάκων Καρδίτσας κ. Δημήτρη Αγγελή με τίτλο «Ελλήνων Αγώνες – Εκκλησίας Μάχες (1191-1821) και υπότιτλο «Κληρικοί στους απελευθερωτικούς πολέμους του ελληνισμού. Στάση, δράση και αντίδραση εκκλησίας». Το βιβλίο είναι 990 σελίδων και περιέχει εισαγωγικά μια επιστολή του Οικουμενικού μας Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου. Το βιβλίο παρουσίασαν ο Καθηγητής Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Βασίλης Αναγνωστόπουλος, ο Ομότιμος Καθηγητής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Βασίλης Κύρκος, ο Καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Δημήτρης Σακκής και ο εκδότης – σκηνοθέτης Άγγελος Σιδεράτος. Στην εκδήλωση απηύθυναν χαιρετισμό ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Κύριλλος, ο Υφυπ. Παιδείας κ. Ταλιαδούρος μέσω επιστολής, ο Νομάρχης Καρδίτσας κ. Αλεξάκος και ο Δήμαρχος Καρδίτσας κ. Βερίλλης. Για το βιβλίο έγινε 7χρονη ιστορική έρευνα από τον κ. Αγγελή η οποία απαντά στα παρακάτω ερωτήματα:

– Ποια είναι η αλήθεια για τη συμμετοχή και την προσφορά του κλήρου και της εκκλησίας στους απελευθερωτικούς αγώνες του ελληνισμού;

1. Έδρασαν; Με ποιόν τρόπο;

2. Αντέδρασαν; Γιατί και με ποιους σκοπούς;

3. Τι πράγματι επεδίωξαν και ποιος ο ρόλος τους;

4. Ποιους στόχους εξυπηρέτησε η στάση τους;

5. Πως επηρέαζαν την εξέλιξη των γεγονότων;

6. Τα κίνητρά τους;

7. Ωφέλησαν ή έβλαψαν; Και ποιους;

Αυτό το αντικείμενο της έρευνας:

– Η τεκμηριωμένη ιστορική αλήθεια σε όλη της ην έκταση και

– Η λεύτερη παρουσίαση και των δύο όψεων του ιδίου «νομίσματος»

Στο βιβλίο αναλύεται η προσφορά του κλήρου και της εκκλησίας γενικότερα στους αγώνες ελευθερίας του έθνους των Ελλήνων και της Ελλάδας σε ολόκληρη τη χρονική περίοδο των 6 περίπου αιώνων πριν το 1821, από τον 13ο μέχρι και τον 18ο αιώνα, με αφετηρία το έτος 1204, όταν «έπεσε» η Κωνσταντινούπολη στους Σταυροφόρους και λίγο πιο νωρίς το 1191 όταν η Κύπρος κατελήφθη από τους Άγγλους και τους Γάλλους. Στα κεφάλαια του βιβλίου εξετάζονται χωριστά τα παρακάτω χρονικά διαστήματα:

Α’. Λατινοκρατία: Κυριαρχία Φράγκων, Βενετών, Γενουτών, Άγγλων, Ιωαννιτών, Ιπποτών, Καταλανών, Νορμανδών, Φλωρεντίνων, Ναβαραίων, Βουργουνδίων, Φλαμανδών, Λογγοβάρδων και άλλων Λατίνων. Πτώση Κων/πολης στους Σταυροφόρους 1204 – πρώτη Χάνδακα (Ηράκλειο) στους Τούρκους 1699.

Β’. Τουρκοκρατία: Κυριαρχία Οθωμανών. Πτώση Κων/πολης στους Τούρκους 1453 – έναρξη ελληνικής επανάστασης 1821.

Οι σελίδες του βιβλίου περιέχουν όλα εκείνα τα στοιχεία και γεγονότα, που δεν κατόρθωσε να εξαφανίσει ο χρόνος και ανεβρέθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας. Στοιχεία δηλαδή τα οποία έχοντας καταγραφεί, δρουν ως πηγή, συγκροτώντας τη λεγόμενη ελληνική ιστορική πραγματικότητα. Μέσα απ’αυτή αντλήθηκαν και καταγράφηκαν όλα εκείνα τα θετικά ή αρνητικά στοιχεία, που αφορούν μόνο στην χριστιανική εκκλησία, σε χριστιανούς (ορθοδόξους και καθολικούς) κληρικούς, Έλληνες ή και άλλης εθνικής καταγωγής, εφ’ όσον αυτοί έδρασαν μέσα στον ευρύτερο ελληνικό χώρο ή και έξω απ’αυτόν όταν όμως άμεσα ή έμμεσα η δράση τους, οι πράξεις και οι παραλείψεις τους, σημάδεψαν επηρεάζοντας την ελληνική ιστορική εξέλιξη. Στην παρούσα δηλαδή έρευνα, ενδιαφέρει μόνο η συμβολή της εκκλησίας (ορθόδοξης ή καθολικής) στους (εναντίον Λατίνων και Τούρκων) αγώνες ελευθερίας του ελληνισμού καθώς και σε ποιο βαθμό αυτή (συμβολή) επηρέασε (θετικά ή αρνητικά) την επίτευξη του στόχου της ελευθερίας (εθνικής, υλικής και πνευματικής) και σε καμία περίπτωση η ερμηνεία των καθαρά θεολογικών ζητημάτων ή η διαπίστωση και εκτίμηση των διαφόρων μεταξύ των δύο εκκλησιών ή και η εξέταση των αιτιών αυτών των διαφορών (σχίσμα, ένωση, πρωτεία, προσθήκη του filioque -και εκ του υιού- άζυμα ή ένζυμα, καθαρτήριο κλπ). Με μια κουβέντα ενδιαφέρει η όποια εμπλοκή (θετική ή αρνητική) των ανωτέρω (κλήρου, εκκλησίας) μόνο σε εκείνον τον τομέα που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «ελληνική στρατιωτική ή πολεμική ιστορία ή συμβολή στους απελευθερωτικούς αγώνες», και τίποτα περισσότερο. Δευτερεύων στόχος είναι η προσπάθεια να φανεί περισσότερο καθαρά, ποιοι πραγματικά υπήρξαν οι Λατίνοι, οι Τούρκοι και οι Έλληνες. Οι σελίδες του βιβλίου είναι 990, η βιβλιογραφία του περιλαμβάνει 840 έργα-πηγές, αναφέρονται 7061 υποσημειώσεις, τα παραρτήματα αποτελούνται από 121 κείμενα, λεπτομερώς αναλύονται 85 επαναστάσεις, εξεγέρσεις, κινήματα, αντιστάσεις (34 κατά των Λατίνων και 51 κατά των Οθωμανών) ενώ οι δύο περίοδοι που απαρτίζουν το βιβλίο είναι τιμητικά αφιερωμένες στη μνήμη των ιστορικών καθηγητών Νικολάου Τωμαδάκη η Λατινοκρατία (1191-1669) και Αποστόλου Βακαλόπουλου η Τουρκοκρατία (1453-1821).

Ο κ. Ταλιαδούρος

Ο Υφυπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Σπύρος Ταλιαδούρος απέστειλε το κάτωθι μήνυμα προς τον κ. Δημήτρη Αγγελή, αστυνομικό υποδιευθυντή και  συγγραφέα, με την ευκαιρία της παρουσίασης του βιβλίου του «ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΓΩΝΕΣ – ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΧΕΣ»: «Με μεγάλη μου λύπη δεν θα βρίσκομαι ανάμεσα σας για την παρουσίαση του ιδιαίτερα ενδιαφέροντος βιβλίου σου, «ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΓΩΝΕΣ – ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΧΕΣ», λόγω της έκτακτης κυβερνητικής μου υποχρέωσης, στη Βουλή, για τη συζήτηση Σύστασης Εξεταστικής Επιτροπής. Πρόκειται πράγματι για ένα βιβλίο που κατάφερε να κεντρίσει και να διατηρήσει αμείωτο το ενδιαφέρον μου, να προκαλέσει τα πατριωτικά μου αισθήματα και να με κάνει να αισθανθώ περήφανος για το μεγαλείο της ψυχής του ανώνυμου, κληρικού και λαϊκού, Έλληνα αγωνιστή. Σου στέλνω τις σκέψεις μου ως χαιρετισμό ενός βιβλίου που αγγίζει όλους τους Έλληνες, καθώς διαπραγματεύεται το θέμα της συνεισφοράς της Ορθοδόξου Εκκλησίας, στην διατήρηση της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων και της συμμετοχής της στους απελευθερωτικούς και στους κοινωνικούς αγώνες του Έθνους μας. Η δράση του ελληνορθόδοξου Κλήρου στους Αγώνες των Ελλήνων, σε όλη τη χρονική περίοδο των έξι περίπου αιώνων πριν το 1821, όπως παραστατικά παρουσιάζεται στο βιβλίο αυτό, αποτελεί μια αναμφισβήτητη πραγματικότητα. Παρά τις όποιες επικριτικές ή υπέρμαχες απόψεις έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς, είναι γεγονός ότι στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα έλαβαν μέρος οι πιο ετερόκλητες δυνάμεις, κάθε μία με τις δικές της προϋποθέσεις και στοχοθεσία. Η Ορθόδοξη όμως Εκκλησία και μάλιστα η Ελλαδική αποτέλεσε την πιο δυναμική παρουσία στον αγώνα της εθνικής, υλικής και πνευματικής ελευθερίας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται και στο βιβλίο, εκμεταλλευόμενη θετικά την επιρροή των Αρχιερέων στο λαό. Κατάφερε μέσα στο προστατευτικό πλαίσιο της εθναρχούσας Εκκλησίας να διατηρήσει την θρησκευτική και εθνική της ακεραιότητα, στον ιδιαίτερα δύσκολο 16ο και 17ο αιώνα και προσέφερε με πνεύμα υψηλής αυθυπέρβασης και αυτοθυσίας τα μέγιστα στο έθνος. Η επαναστατική και συνωμοτική δράση του απλού κλήρου, όπως διεξοδικότατα παρουσιάζεται στο βιβλίο ήταν καθοριστική για τον Αγώνα. Απλοί κληρικοί πήραν τα καριοφίλια, έβαψαν το ράσο τους με ελληνικό αίμα και θυσιάστηκαν για την απελευθέρωση του Γένους. Και αυτό διότι πριν απ’ όλα και πάνω απ’ όλα ήταν Έλληνες. Τα θρυλικά ονόματα του καλόγερου Σαμουήλ, του Αθανάσιου Διάκου, του Παπαφλέσσα, του παπα- Θύμιου Μπλαχάβα και τόσων άλλων ιερέων, ανώνυμων αγωνιστών πριν και κατά την Επανάσταση, απέδειξαν με το ηρωικό παράδειγμά τους, ότι η Ορθοδοξία, όταν δεν μένει αποκομμένη από τους αγώνες του ποιμνίου της, μπορεί πράγματι να αποτελέσει το στήριγμα του λαού της. Η πιο σημαντική συμβολή του Κλήρου, πέρα από τη συμμετοχή του σε ένοπλες εξεγέρσεις και συγκρούσεις, ήταν η διατήρηση του ελληνορθόδοξου φρονήματος του Γένους, της Ελληνικότητας και της αγάπης του προς την ελευθερία. Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις δεν θα μπορούσε να υπάρξει Εικοσιένα. Αυτές διατήρησαν ζωντανή την αρχαία προγονική ιστορική μνήμη, το εθνικό φρόνημα, την πατριωτική συνείδηση, και το αίσθημα φιλελευθερίας. Κλείνοντας, θα ήθελα να επισημάνω ότι το έργο αυτό θα φωτίσει τις αθέατες και άγνωστες πτυχές, αυτής της περιόδου και θα βοηθήσει τους αναγνώστες του να ανακαλέσουν τις εθνικές και ιστορικοθρησκευτικές μνήμες του παρελθόντος».

Ο κ. Βερίλλης

«Δέχθηκα με πολύ χαρά την πρόσκληση του αγαπητού Δημήτρη Αγγελή να παραβρεθώ στην παρουσίαση του βιβλίου του, «Ελλήνων Αγώνες – Εκκλησίας Μάχες (1191-1821)». Κι αυτό, γιατί από τη γνωριμία και τη συνεργασία μου μαζί του με την ιδιότητά του ως Διοικητή της Σχολής Δοκίμων Αστυφυλάκων, έχω διακρίνει το πάθος και το ζήλο, με τον οποίο ασχολείται με τα ζητήματα που άπτονται των καθηκόντων του, αλλά και το έντονο και ειλικρινές ενδιαφέρον του για  κοινωνικά ζητήματα.  Είναι γνωστό άλλωστε το κοινωνικό έργο που αναπτύσσει επί των ημερών του η Σχολή με πλούσια δράση και προσφορά σε πολλούς τομείς. Με αυτά τα δεδομένα ήμουν βέβαιος, πριν ακόμα διαβάσω το βιβλίο ότι και η συγγραφική του απόπειρα δεν επρόκειτο  να είναι μια ευκαιριακή και επιφανειακή  ενασχόληση με ένα αντικείμενο, αλλά το αποτέλεσμα μιας συστηματικής, πολυετούς και επίπονης έρευνας ενός ζητήματος που απασχολεί διαχρονικά τον Ελληνισμό. Η ανάγνωση του βιβλίου που παρουσιάζεται σήμερα, επιβεβαίωσε τις εκτιμήσεις και τις προσδοκίες μου, καθώς πρόκειται πράγματι για μια έρευνα που απλώνεται σε χρονική περίοδο επτά αιώνων, εστιάζοντας όμως στα στοιχεία και τις μαρτυρίες που «φωτίζουν» όλες τις πτυχές του θέματος που πραγματεύεται. Χωρίς προκαταλήψεις και ιδεοληψίες από τη μεριά του συγγραφέα που δεν αφήνει την προσωπική του άποψη να τον καθοδηγήσει, αλλά συλλέγει μεθοδικά τα στοιχεία του, τα οποία και θέτει σε γνώση των αναγνωστών για να τα εκτιμήσουν και να σχηματίσουν τη δική τους. Το βιβλίο προσεγγίζει με αντικειμενικό τρόπο το θέμα της συμμετοχής και της προσφοράς του κλήρου και της Εκκλησίας στους απελευθερωτικούς αγώνες του Ελληνισμού. Ο συγγραφέας παίρνει από το θέμα τις αποστάσεις  που οφείλει να πάρει ένας αντικειμενικός ερευνητής που αναζητεί την τεκμηριωμένη ιστορική αλήθεια και όχι να ωραιοποιήσει ή να παραποιήσει γεγονότα και καταστάσεις για να γίνει αρεστός σε κάποιους. Η έρευνά του απαντά και σε ερωτήματα που έχουμε όλοι σχετικά με το ρόλο που διαδραμάτισε η Εκκλησία σε κρίσιμες περιόδους για τον Ελληνισμό, χωρίς γενικεύσεις που συνήθως συσκοτίζουν την αλήθεια. Παραθέτει δε γεγονότα και στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η Εκκλησία δεν ήταν ποτέ ξεκομμένη από την κοινωνία και αφουγκραζόταν τις αγωνίες και τις επιθυμίες της, τις οποίες εξέφραζε ανάλογα και με την προσωπικότητα των κατά καιρούς και κατά περιοχές ηγετών της. Στην ιστορία του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας υπήρξαν πολλοί φωτισμένοι ιεράρχες που στήριξαν με τη στάση τους και τις ενέργειές τους  και τις δύο έννοιες αναδεικνυόμενοι σε ηγέτες που σήκωσαν μεγάλα «φορτία» στις πλάτες τους, πληρώνοντας ακόμα και με τη ζωή τους το ανυπόταχτο και ελεύθερο πνεύμα τους. Υπήρξαν όμως και κάποιοι που αναδείχθηκαν κατώτεροι των περιστάσεων που τόλμησαν να δώσουν τη δική τους «μάχη. Παράλληλα παραθέτει και άλλα στοιχεία με πλήρη τεκμηρίωση και αποδείξεις που σχετίζονται με τους εθνικούς αγώνες των Ελλήνων εκείνης της περιόδου, καθώς και την πορεία του Ελληνισμού σε όλους τους τομείς πέραν των αγώνων, όπως τον κοινωνικό, τον πολιτιστικό, τον ιδεολογικό και τον πολιτικό. Ο συγγραφέας δεν μένει στην επιφάνεια των γεγονότων,  αλλά προχωράει σε βάθος. Δεν σταματά στην αναφορά των εκπροσώπων του κλήρου και της Εκκλησίας που έδρασαν, που αντέδρασαν, που ωφέλησαν με τη στάση τους τα εθνικά θέματα στις διάφορες χρονικές περιόδους, αλλά αναζητεί και τα βαθύτερα αίτια και κίνητρα που επηρέασαν τη στάση τους αυτή και υπαγόρευσαν τις ενέργειές τους. Το υλικό που συγκέντρωσε με την έρευνά του, ο συγγραφέας, ταξινομείται κατά περιόδους, κάτι που διευκολύνει την ανάγνωση του βιβλίου, το οποίο κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη του από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα του. Προσωπικά θα ήθελα να συγχαρώ τον κ. Αγγελή για το πόνημά του που αποτελεί πολύτιμη πηγή για τον μελετητή της ιστορίας και του ρόλου της Εκκλησίας στους απελευθερωτικούς πολέμους του Ελληνισμού και να τον προτρέψω να συνεχίσει με τον ίδιο ζήλο και μεθοδικότητα την έρευνα και την μελέτη της ιστορίας».

Προηγούμενο άρθρο K.E. Στρατονομίας: «Aνοιχτά στρατόπεδα»
Επόμενο άρθρο Μια ματιά στο ανοιχτό βιβλίο του παραμυθιού